- ἑπτάθεος
- ἑπτάθεοςhaving seven godsmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Кафа — название города Феодосии в Крыму, др. русск. Кафа, Сказ. Мам. 49, Афан. Никит., а также Шамбинаго, ПМ 72 и сл.; ср. греч. Καφᾶς (Конст. Багр., Dе adm. imp. 53), ит. Саffа (ХIV в.; см. Фасмер, Iranier 72). Ср. араб. тур. kafa череп (Радлов 2, 459) … Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера
επτά — και εφτά (AM ἑπτά) (απόλ. αριθμ.) 1. ο αριθμός που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο μεταξύ τού έξι και τού οκτώ 2. χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο πλήθος, αμέτρητες φορές (α. «στό είπα εφτά φορές» β. «ὁ γὰρ ἑπτά ἀριθμός παρὰ τῇ … Dictionary of Greek
θεός — Το υπέρτατο ον. Κατά τη θρησκευτική σκέψη είναι αιώνιο, δημιουργός και συντηρητής, πρώτη αιτία, άπειρη και μυστηριώδης, όλων όσα υπάρχουν. Στον πρωτόγονο άνθρωπο, η ιδέα του Θ. διαμορφώθηκε σε σχέση με τις τεράστιες ανάγκες, τα εμπόδια και τους… … Dictionary of Greek